Η ατσάλινη αλυσίδα της Αρχαιολογίας θραύστηκε.
Σαράντα μέρες πριν, ένας κρίκος της έφυγε από κοντά μας. Αργά το βράδυ της Παρασκευής, 5 Ιουνίου του 2023, πέρασε τον Αχέροντα αγέρωχη, γαλήνια και ικανοποιημένη, γιατί προσέφερε τις δυνάμεις της στο καλό και στο αγαθό, καταλείποντας το απόσταγμα μιας ενάρετης ζωής και τον απέραντο πλούτο τής πνευματικής της ευκαρπίας.
Η αγαπημένη μας Αγλαΐα υπήρξε μια εμβληματική φυσιογνωμία για την Αρχαιολογία, ακούραστη, δημιουργική και με οράματα. Εγκάρδια στις σχέσεις της, με μεγαλείο ψυχής και θαλπωρή στον πόνο του άλλου. Εξαίρετη αρχαιολόγος, της οποίας το έργο αναγνωρίστηκε από την ακαδημαϊκή κοινότητα και την Πολιτεία. Ευγενική, φιλική σε όλες τις εκδηλώσεις της, προσιτή, σεμνή, ευπρεπής, αληθινή Κυρία, μια πολυσχιδής προσωπικότητα.
Η επιστημονική της εξέλιξη υπήρξε λαμπρή και το έργο της πολύμορφο και ουσιαστικό, πηγή από την οποία θα αντλούν πολλά οι αρχαιολόγοι που ασχολούνται με το αντικείμενο αυτό στο νησί μας, αλλά και ευρύτερα με την Αρχαιολογία της χώρας μας. Οι συνάδελφοί της εξετίμησαν την επιστημονική προσφορά της και τη διδαχή της για τους νέους συναδέλφους της.
Έφυγε από κοντά μας αφήνοντας πίσω της ως παρακαταθήκη το παράδειγμα της καταξιωμένης της ζωής και το περισπούδαστο και σημαντικότατο πρωτοποριακό της έργο. Υπήρξε ένας σπάνιος άνθρωπος, μια διαπρεπής επιστήμων, σπουδαία σύζυγος και μητέρα, φίλη και συνεργάτις ανιδιοτελής, με ευρύ και φιλέρευνο πνεύμα. Η ευγένεια της ψυχής της συναγωνίζονταν την ευγένεια του νου. Γνώριζε ν α εκτιμά τους φίλους και τις φίλες και να τους κρατά μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά της. Η ταπεινότητα της ήταν παροιμιώδης. Ήθελε ν αποκαλεί τον εαυτό της, απλά, εργάτη του Πολιτισμού για τον οποίον δούλευε μέχρι την τελευταία της πνοή.
Με αξιοθαύμαστο σθένος, αισιοδοξία και καρτερικότητα αντιμετώπισε την ασθένεια, διανύοντας, ως άλλη αθλήτρια, με υπομονή και επιμονή, τον μαραθώνιο τού τέλους. Φεύγοντας από τη ζωή αφήνει σε όλους μας την έντονη ανάμνηση της πνευματικής και φιλικής παρουσίας της, πολύτιμη δια βίου παρακαταθήκη.
Ο Πολιτιστικός Σύλλογος μας “Το Πολιον” – θεμελιωτής του οποίου υπήρξε ο αείμνηστος και εξαίρετος συζυγός της και συμπατριώτης μας Παντελής Αργύρης – θα τη θυμάται πάντα με ευγνωμοσύνη για την πρόθυμη στήριξή της στις δραστηριότητές του για τον Πολιτισμό και το Περιβάλλον του Πλωμάριου και όλης της Λέσβου, καθώς και για τη συμπαράστασή της στις όποιες δύσκολες ώρες που πέρασε.
Πάρα πολλά ειπώθηκαν και γράφτηκαν για τη ζωή και το έργο της. Γι’ αυτό και πολύ σύντομα θα αναφερθούμε σ’ αυτά, θέλοντας έτσι να ολοκληρώσουμε αυτό το μικρό αφιέρωμα στη μεγάλη Κυρία του Πολιτισμού. Η Αγλαΐα Αρχοντίδου-Αργύρη, η Αρχαιολόγος, η Επίτιμη Έφορος Αρχαιοτήτων και η Επίτιμη, επίσης, Διευθύντρια του Μουσείου της Πόλεως των Αθηνών, υπήρξε κόρη ενός εκ των κορυφαίων διανοητών και διδασκάλων του Λεσβιακού Λαού, του αειμνήστου Βασιλείου Αρχοντίδη, και σύζυγος του αλησμόνητού μας Παντελή Αργύρη με τον οποίον απέκτησαν την αγαπητή μας κόρη τους, την Άννα–Μαγδαληνή. Απόφοιτος της Αρχαιολογίας του ΕΚΠΑ, συνέχισε τις σπουδές της συμμετέχοντας σε πολλά σεμινάρια και Συνέδρια στην Ελλάδα και στο Εξωτερικό για την Μουσειολογία και την υποβρύχια Αρχαιολογία, με ανακοινώσεις της, διαλέξεις και δημοσιεύσεις σε πολλά συναφή με τα παραπάνω θέματα ελληνικά και ξενόγλωσσα επιστημονικά Περιοδικά. Παράλληλα, έχει να επιδείξει ένα μεγάλο ανασκαφικό και “μουσειακό” έργο στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου Λήμνο, Λέσβο, Χίο και Ψαρρά, στη διαμόρφωση έξι αρχαιολογικών χώρων, πέντε Μουσείων, πολλών Συλλογών και περιοδικών Εκθέσεων στα νησιά βορειοανατολικού Αιγαίου και στο Εξωτερικό. Δεν είναι τυχαίο το ότι η Προεδρία της Ιταλικής Δημοκρατίας την τίμησε ιδιαίτερα γι αυτό το έργο και τη συνολική προσφορά της στον Πολιτισμό.
Με τη στέρεη επιστημονική αρματωσιά της, την εργατικότητα και τη συνέπειά της στην επιτέλεση του χρέους, ελάμπρυνε το έργο της αρχαιολογικής Υπηρεσίας και γενικότερα συνέβαλε στην ανάδειξη του πολιτισμού μας. Τέτοιοι άνθρωποι σπανίζουν στις μέρες μας. Γι αυτό δεν θα παύσει ποτέ να ζει στη σκέψη και στις καρδιές μας. Της υποσχόμαστε πως “κι αν έφυγε, δεν χάθηκε,/ πάντα θα ζει κοντά μας/ κι αν δεν υπάρχει γύρω μας υπάρχει στην καρδιά μας”, όπως θα έλεγε ο ποιητής.
Την αποχαιρετούμε συγκινημένοι με το γνωστό ποίημα του Γεωργίου Δροσίνη το “Μήπως;…”, παρήγορο βάλσαμο για την αγαπημένη της κόρη, την εξαίρετη αρχαιολόγο και άνθρωπο Άννα Αργύρη , καθώς και για όλους εμάς, που την αγαπήσαμε και μας τίμησε με την αγάπη και τη φιλία της.
Μήπως; …
Τι λοιπόν; Της ζωής μας το σύνορο θα το δείχνει ένα κυπαρίσσι;
Κι απ’ ό,τι είδαμε, ακούσαμε, αγγίξαμε, τάφου γη θα μας έχει χωρίσει;
Ό, τι αγγίζομε, ακούμε και βλέπομε τούτο μόνο ζωή μας το λέμε;
Κι αυτό τρέμομε μήπως το χάσομε και χαμένο στους τάφους το κλαίμε;
Σ’ ό,τι αγγίζομε, ακούμε και βλέπομε της ζωής μας ο κόσμος τελειώνει;
Τίποτε άλλο; Στερνό μας απόρριμμα το κορμί που σκορπιέται και λυώνει;
Κάτι ανέγγιχτο, ανάκουστο, αθώρητο μήπως κάτω απ’ τους τάφους ανθίζει κι ό,τι μέσα μας κρύβεται αγνώριστο, μήπως πέρα από το θάνατο αρχίζει;
Η ψυχή ταξιδεύτρα μες στ’ Άπειρο σταλαμίδα νερού μήπως μοιάζει, που ανεβαίνει στα νέφη απ’ τα πέλαγα και απ’ τα νέφη στους κάμπους σταλάζει;
Μήπως ό,τι θαρρούμε βασίλεμα γλυκοχάραμα αυγής είναι πέρα κι αντί να ’ρθει μια νύχτα αξημέρωτη, ξημερώνει μια αβράδυαστη μέρα;
Μήπως είναι η αλήθεια στο θάνατο κι η ζωή μήπως κρύβει την πλάνη;Ό,τι λέμε πως ζει μήπως πέθανε κι είναι αθάνατο ό,τι έχει πεθάνει;
Γεώργιος Δροσίνης